Το χρώμα των κατοίκων της Γηραιάς Ηπείρου δεν ήταν ανέκαθεν ωχρό.
Μια αμερικανική έρευνα αποδίδει το ανοιχτόχρωμο δέρμα στη διάδοση της γεωργίας η οποία υποκατέστησε ως ένα βαθμό το κυνήγι και συνέβαλε στη μείωση της κατανάλωσης ζωικών προϊόντων. Έτσι, οι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες έγιναν γεωργοί και άρχισαν να λαμβάνουν μικρότερες ποσότητες βιταμίνης D από ζωικά προϊόντα με αποτέλεσμα το χρώμα του δέρματός τους να γίνει πιο ωχρό.
Μια ξεχωριστή ισπανική έρευνα υποστηρίζει ότι ο κυνηγός-τροφοσυλλέκτης, πρόγονος των σημερινών Ευρωπαίων που ζούσε πριν από 7.000 χρόνια είχε σκούρο δέρμα και μπλε μάτια, ενώ γενετικά συνδέεται πιο στενά με τους σύγχρονους Σουηδούς και Φινλανδούς.
—Η νέα μελέτη
Η νέα μελέτη που υπογράφουν ερευνητές του αμερικανικού Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και άλλων ιδρυμάτων βασίζεται σε γενετικές αναλύσεις 83 σκελετών από αρχαιολογικούς χώρους σε όλη την Ευρώπη. Τα αρχαία γονιδιώματα υποβλήθηκαν σε σύγκριση με το DNA σύγχρονων ανθρώπων που συμμετέχουν στο «Πρόγραμμα των 1.000 γονιδιωμάτων».
Οι ερευνητές εντόπισαν και εστίασαν την εις βάθος μελέτης τους σε πέντε γονίδια που αφορούν το χρώμα του δέρματος, το ανάστημα και τη διατροφή.
Η κρατούσε θεωρία αναφέρει ότι ο σύγχρονος άνθρωπος, Homo sapiens, εμφανίστηκε στην Αφρική πριν από περίπου 200.000 χρόνια. Το χρώμα του δέρματός του ήταν κατά πάσα πιθανότατα σκούρο για να προστατευτεί από την επικίνδυνη υπεριώδη ακτινοβολία της ανοιχτής σαβάνας.
Το χαρακτηριστικό του μελαμψού δέρματος πρέπει να διατηρήθηκε για πολύ καιρό μετά την άφιξη των πρώτων σύγχρονων ανθρώπων στην Ευρώπη πριν από 40.000 χρόνια: τα νέα δεδομένα δείχνουν ότι, πριν από 8.500 χρόνια, οι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες της Ισπανίας, του Λουξεμβούργου και της Ουγγαρίας δεν είχαν ακόμα αποκτήσει μεταλλάξεις σε δύο βασικά γονίδια, τα SLC24A5 και SLC45A2, οι οποίες δίνουν λευκό χρώμα δέρματος.
Την ίδια εποχή όμως η κατάσταση ήταν διαφορετική στη Σκανδιναβία, αναφέρει ο δικτυακός τόπος του περιοδικού Nature: οι σκελετοί επτά ανθρώπων που έζησαν στη νότια Σουηδία πριν 7.700 χρόνια όχι μόνο έφεραν τις «ανοιχτόχρωμες» μεταλλάξεις των δύο παραπάνω γονιδίων, αλλά επιπλέον έφεραν και ένα τρίτο γονίδιο, το HERC2/OCA2, που δίνει γαλάζια μάτια και λευκό δέρμα.
Αυτό σημαίνει ότι η Ευρώπη ήταν κάποτε χωρισμένη στον μελαμψό νότο και τον λευκό βορρά. Η διαφορά ήταν πιθανότατα αποτέλεσμα του μειωμένου ηλιακού φωτός στα βόρεια κλίματα, το οποίο εμπόδιζε την απορρόφηση αρκετής υπεριώδους ακτινοβολίας για την παραγωγή της απαραίτητης βιταμίνης D στο δέρμα.
Ο διαχωρισμός αυτός άρχισε να εξασθενεί όταν έφτασαν από τη Μέση Ανατολή οι πρώτοι γεωργοί, οι οποίοι έφεραν τη «ανοιχτόχρωμη» εκδοχή των γονιδίων SLC24A5 και HERC2/OCA2. Καθώς οι μετανάστες αυτοί άρχισαν να αναμειγνύονται και εν μέρει να αντικαθιστούν τους πληθυσμούς κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, το λευκό δέρμα εξαπλώθηκε και στη νότια Ευρώπη.
Το τρίτο «λευκό» γονίδιο των βορειοευρωπαίων, το SLC24A5, παρέμεινε σπάνιο μέχρι πριν από 5.800 χρόνια, οπότε η συχνότητά του στον πληθυσμό άρχισε να αυξάνεται απότομα.
Εκτός όμως από τη μεταβολή στο χρώμα του δέρματος, η μελέτη αποκαλύπτει λεπτομέρειες για την εξέλιξη κι άλλων χαρακτηριστικών. Ένα από τα πιο αναπάντεχα ευρήματα είναι ότι πρώτοι ευρωπαίοι αγρότες, όπως και οι κυνηγοί τροφοσυλλέκτες και οι νομάδες Γιαμνάγια, δεν διέθεταν το γονίδιο LCT που επιτρέπει στους ενήλικες να μεταβολίζουν το σάκχαρο του γάλακτος λακτόζη.
Το γονίδιο άρχισε να διαδίδεται στον ευρωπαϊκό πληθυσμό πριν από μόλις 4.300 χρόνια, και σήμερα η δυσανεξία στη λακτόζη είναι σπάνια μεταξύ των Ευρωπαίων.
Ακόμα, η μελέτη δείχνει ότι η φυσική επιλογή ευνόησε την αύξηση του ύψους των ανθρώπων της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, οι οποίοι έγιναν ακόμα ψηλότεροι μετά την άφιξη των πανύψηλων Γιαμνάγια.
Αντίθετα, στην Ιταλία και την Ισπανία το ανάστημα μειώθηκε πριν από 6 με 8 χιλιάδες χρόνια, πιθανώς ως προσαρμογή σε μια φτωχή δίαιτα.
Η μελέτη δίνει μεν το χρονικό των γενετικών αλλαγών που έκαναν τους Ευρωπαίους ανοιχτόχρωμους, ωστόσο οι περιβαλλοντικοί παράγοντες που οδήγησαν σε αυτές τις μεταβολές παραμένουν εν πολλοίς άγνωστοι.
Ο βασικός παράγοντας, ωστόσο, πρέπει να ήταν η μειωμένη υπεριώδης ακτινοβολία στην περιοχή της Ευρώπης, η οποία απαιτούσε ανοιχτόχρωμο δέρμα για την απορρόφηση υπεριώδους ακτινοβολίας και παραγωγή βιταμίνης D.
Η μελέτη βρίσκεται σε συμφωνία με προηγούμενη έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε αρχαίους σκελετούς από την Ουκρανία. Σε εκείνη την περίπτωση, όμως, οι ερευνητές πρότειναν τη θεωρία ότι οι μεταβολές στην εμφάνιση των Ευρωπαίων δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο της φυσικής επιλογής αλλά και της λεγόμενης σεξουαλικής επιλογής, δηλαδή των ερωτικών προτιμήσεων των προγόνων μας.
Η νέα μελέτη παρουσιάστηκε στο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Φυσικής Ανθρωπολογίας και είναι διαθέσιμη στην υπηρεσία προδημοσίευσης bioRxiv.
Μια αμερικανική έρευνα αποδίδει το ανοιχτόχρωμο δέρμα στη διάδοση της γεωργίας η οποία υποκατέστησε ως ένα βαθμό το κυνήγι και συνέβαλε στη μείωση της κατανάλωσης ζωικών προϊόντων. Έτσι, οι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες έγιναν γεωργοί και άρχισαν να λαμβάνουν μικρότερες ποσότητες βιταμίνης D από ζωικά προϊόντα με αποτέλεσμα το χρώμα του δέρματός τους να γίνει πιο ωχρό.
Μια ξεχωριστή ισπανική έρευνα υποστηρίζει ότι ο κυνηγός-τροφοσυλλέκτης, πρόγονος των σημερινών Ευρωπαίων που ζούσε πριν από 7.000 χρόνια είχε σκούρο δέρμα και μπλε μάτια, ενώ γενετικά συνδέεται πιο στενά με τους σύγχρονους Σουηδούς και Φινλανδούς.
—Η νέα μελέτη
Η νέα μελέτη που υπογράφουν ερευνητές του αμερικανικού Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και άλλων ιδρυμάτων βασίζεται σε γενετικές αναλύσεις 83 σκελετών από αρχαιολογικούς χώρους σε όλη την Ευρώπη. Τα αρχαία γονιδιώματα υποβλήθηκαν σε σύγκριση με το DNA σύγχρονων ανθρώπων που συμμετέχουν στο «Πρόγραμμα των 1.000 γονιδιωμάτων».
Οι ερευνητές εντόπισαν και εστίασαν την εις βάθος μελέτης τους σε πέντε γονίδια που αφορούν το χρώμα του δέρματος, το ανάστημα και τη διατροφή.
Η κρατούσε θεωρία αναφέρει ότι ο σύγχρονος άνθρωπος, Homo sapiens, εμφανίστηκε στην Αφρική πριν από περίπου 200.000 χρόνια. Το χρώμα του δέρματός του ήταν κατά πάσα πιθανότατα σκούρο για να προστατευτεί από την επικίνδυνη υπεριώδη ακτινοβολία της ανοιχτής σαβάνας.
Το χαρακτηριστικό του μελαμψού δέρματος πρέπει να διατηρήθηκε για πολύ καιρό μετά την άφιξη των πρώτων σύγχρονων ανθρώπων στην Ευρώπη πριν από 40.000 χρόνια: τα νέα δεδομένα δείχνουν ότι, πριν από 8.500 χρόνια, οι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες της Ισπανίας, του Λουξεμβούργου και της Ουγγαρίας δεν είχαν ακόμα αποκτήσει μεταλλάξεις σε δύο βασικά γονίδια, τα SLC24A5 και SLC45A2, οι οποίες δίνουν λευκό χρώμα δέρματος.
Την ίδια εποχή όμως η κατάσταση ήταν διαφορετική στη Σκανδιναβία, αναφέρει ο δικτυακός τόπος του περιοδικού Nature: οι σκελετοί επτά ανθρώπων που έζησαν στη νότια Σουηδία πριν 7.700 χρόνια όχι μόνο έφεραν τις «ανοιχτόχρωμες» μεταλλάξεις των δύο παραπάνω γονιδίων, αλλά επιπλέον έφεραν και ένα τρίτο γονίδιο, το HERC2/OCA2, που δίνει γαλάζια μάτια και λευκό δέρμα.
Αυτό σημαίνει ότι η Ευρώπη ήταν κάποτε χωρισμένη στον μελαμψό νότο και τον λευκό βορρά. Η διαφορά ήταν πιθανότατα αποτέλεσμα του μειωμένου ηλιακού φωτός στα βόρεια κλίματα, το οποίο εμπόδιζε την απορρόφηση αρκετής υπεριώδους ακτινοβολίας για την παραγωγή της απαραίτητης βιταμίνης D στο δέρμα.
Ο διαχωρισμός αυτός άρχισε να εξασθενεί όταν έφτασαν από τη Μέση Ανατολή οι πρώτοι γεωργοί, οι οποίοι έφεραν τη «ανοιχτόχρωμη» εκδοχή των γονιδίων SLC24A5 και HERC2/OCA2. Καθώς οι μετανάστες αυτοί άρχισαν να αναμειγνύονται και εν μέρει να αντικαθιστούν τους πληθυσμούς κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, το λευκό δέρμα εξαπλώθηκε και στη νότια Ευρώπη.
Το τρίτο «λευκό» γονίδιο των βορειοευρωπαίων, το SLC24A5, παρέμεινε σπάνιο μέχρι πριν από 5.800 χρόνια, οπότε η συχνότητά του στον πληθυσμό άρχισε να αυξάνεται απότομα.
Εκτός όμως από τη μεταβολή στο χρώμα του δέρματος, η μελέτη αποκαλύπτει λεπτομέρειες για την εξέλιξη κι άλλων χαρακτηριστικών. Ένα από τα πιο αναπάντεχα ευρήματα είναι ότι πρώτοι ευρωπαίοι αγρότες, όπως και οι κυνηγοί τροφοσυλλέκτες και οι νομάδες Γιαμνάγια, δεν διέθεταν το γονίδιο LCT που επιτρέπει στους ενήλικες να μεταβολίζουν το σάκχαρο του γάλακτος λακτόζη.
Το γονίδιο άρχισε να διαδίδεται στον ευρωπαϊκό πληθυσμό πριν από μόλις 4.300 χρόνια, και σήμερα η δυσανεξία στη λακτόζη είναι σπάνια μεταξύ των Ευρωπαίων.
Ακόμα, η μελέτη δείχνει ότι η φυσική επιλογή ευνόησε την αύξηση του ύψους των ανθρώπων της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, οι οποίοι έγιναν ακόμα ψηλότεροι μετά την άφιξη των πανύψηλων Γιαμνάγια.
Αντίθετα, στην Ιταλία και την Ισπανία το ανάστημα μειώθηκε πριν από 6 με 8 χιλιάδες χρόνια, πιθανώς ως προσαρμογή σε μια φτωχή δίαιτα.
Η μελέτη δίνει μεν το χρονικό των γενετικών αλλαγών που έκαναν τους Ευρωπαίους ανοιχτόχρωμους, ωστόσο οι περιβαλλοντικοί παράγοντες που οδήγησαν σε αυτές τις μεταβολές παραμένουν εν πολλοίς άγνωστοι.
Ο βασικός παράγοντας, ωστόσο, πρέπει να ήταν η μειωμένη υπεριώδης ακτινοβολία στην περιοχή της Ευρώπης, η οποία απαιτούσε ανοιχτόχρωμο δέρμα για την απορρόφηση υπεριώδους ακτινοβολίας και παραγωγή βιταμίνης D.
Η μελέτη βρίσκεται σε συμφωνία με προηγούμενη έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε αρχαίους σκελετούς από την Ουκρανία. Σε εκείνη την περίπτωση, όμως, οι ερευνητές πρότειναν τη θεωρία ότι οι μεταβολές στην εμφάνιση των Ευρωπαίων δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο της φυσικής επιλογής αλλά και της λεγόμενης σεξουαλικής επιλογής, δηλαδή των ερωτικών προτιμήσεων των προγόνων μας.
Η νέα μελέτη παρουσιάστηκε στο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Φυσικής Ανθρωπολογίας και είναι διαθέσιμη στην υπηρεσία προδημοσίευσης bioRxiv.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου